Είστε ένας από τους πιο γνωστούς και αγαπητούς ηθοποιούς καθώς και σεναριογράφος, στιχουργός, σκηνοθέτης και πλέον και πολιτικός. Επιλέξατε όπως έχετε δηλώσει να ασχοληθείτε με την υποκριτική αντί για την ιατρική. Το κομμάτι ωστόσο της πολιτικής πως προέκυψε στην ζωή σας;
Από τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου συνειδητοποίησα ότι η φύση μου είναι καλλιτεχνική και ότι το επάγγελμα μου θα πρέπει να βρεθεί μέσα από αυτούς τους χώρους. Τελικά η πολυσχιδής μου φύση με οδήγησε στο να γίνω αναγνωρισμένος ηθοποιός, θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος. Τις σπουδές της Ιατρικής τις έκανα επειδή υπήρξα καλός μαθητής και η αστική φιλοδοξία των γονέων τότε.. (αλλά και τώρα από ότι ακούω…) έσπρωχνε προς επαγγέλματα πιο καταξιωμένα και πιο ασφαλή. Δέχομαι το «πιο ασφαλή» ως μια αλήθεια, δεδομένου ότι τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα είναι αυτά με την μεγαλύτερη ανεργία παγκοσμίως. Δεν δέχομαι όμως το «πιο καταξιωμένα». Είχα συμφοιτητές γιατρούς που διάβασαν και πέρασαν στην Ιατρική σχολή αλλά στην κοινωνική ζωή και κυρίως στην πνευματική ζωή ήταν και είναι κόπανοι. Όσο αναφορά την πολιτική (στους κόλπους της οποίας γνώρισα τους μεγαλύτερους κόπανους αλλά και αήθεις αριβίστες) προέκυψε τυχαία όταν ο παλιός μου συμφοιτητής, Γιώργος Πατούλης που ήταν τότε Δήμαρχος Αμαρουσίου, ζήτησε να συμπεριληφθώ στο ψηφοδέλτιο που απάρτιζε με σκοπό να γίνει Περιφερειάρχης Αττικής. Τελικά και εκείνος ψηφίστηκε και έγινε Περιφερειάρχης και εγώ ψηφίστηκα και έγινα στην πορεία Αντιπεριφερειάρχης Πολιτισμού και Αθλητισμού. Τονίζω ότι στην αρχή δεν ήθελα καθόλου να ασχοληθώ, το έκανα μόνο για να βοηθήσω τον φίλο μου. Στην πορεία, ήταν σαν να άνοιξε ένα παράθυρο μπροστά μου και είδα πόσο όμορφο μπορεί να είναι το να παράγεις κοινωνικό έργο. Για αυτό και μόνο παρέμεινα πάρα τις δυσκολίες και τις άσχημες πτυχές που συνάντησα μετά. Επιπλέον, δεν το λέω με έπαρση, κατάλαβα πως έχω ταλέντο και στην τέχνη της πολιτικής… γιατί με κάποιο τρόπο τέχνη είναι. Οι άνθρωποι γεννιόμαστε με πολλαπλά ταλέντα και δυστυχώς μέχρι το τέλος της ζωής μας πολλά δεν τα ανακαλύπτουμε και δεν εξελίσσουμε.
Έχετε χαρίσει στη τηλεόραση μεγάλες επιτυχίες και άφθονο γέλιο σε μικρούς και μεγάλους εδώ και πολλά χρόνια. Πλέον όμως στην τηλεόραση βλέπουμε κυρίως σειρές εποχής ή δραματικές και λείπουν οι παλιές καλές κωμωδίες που λέμε. Που πιστεύετε οφείλεται αυτή η αλλαγή και λείπει τόσο πολύ το γέλιο από την ελληνική τηλεόραση;
Τα πράγματα κάνουν κύκλους. Πράγματι τώρα οι παραγωγές με κωμικό περιεχόμενο είναι πολύ λιγότερες από τις δραματικές. Βοηθά το γεγονός ότι οι δραματικές προσφέρονται περισσότερο για καθημερινές σειρές που γεμίζουν το τηλεοπτικό πρόγραμμα ενός καναλιού με μικρότερα έξοδα. Ελλοχεύει βέβαια ο κίνδυνος για αυτές τις σειρές να αναμασάνε τα ίδια και τα ίδια δραματικά μοτίβα και να εμπίπτουν στο είδος της σαπουνόπερας. Εμένα πάντως με κολακεύει που οι δικές μου κωμικές σειρές συνεχίζουν να είσαι τόσο δημοφιλείς και αγαπητές στις επαναλήψεις τους ενώ η σειρά « Κωνσταντίνου και Ελένης» συμπεριλήφθηκε στο World Record Guinness για την συνεχή, καθημερινή non stop επαναληπτικότητα της.
Ως άνθρωπος με μια τόσο μεγάλη εμπειρία ποια θα ήταν η συμβουλή σας σε νέα παιδιά που ξεκινάνε τώρα τα πρώτα τους βήματα στο κομμάτι της υποκριτικής;
Διδάσκω υποκριτική στο ΙΕΚ Χαλανδρίου, Επικεφαλής στο τμήμα υποκριτικής, ενώ παλαιότερα ήμουν Διευθυντής σπουδών στην Δραματική Σχολή «ΘΕΜΕΛΙΟ». Αυτό που λέω πάντα στους μαθητές μου είναι «Κάνε αυτή την δουλειά αν μπορεί να σου εξασφαλίσει τα προς το ζην. Μην αφήσεις τον εαυτό σου να αισθανθεί αναξιοπρεπής γιατί είναι πιθανόν στο τέλος να μισήσεις την δουλειά που είχες λατρέψει».




