Δευτέρα, 27 Οκτωβρίου, 2025
ΑρχικήΣτάθης ΚόικαςΣτάθης Κόικας: Οι άνθρωποι που καταχρώνται την εξουσία τους δεν υπάρχουν μόνο...

Στάθης Κόικας: Οι άνθρωποι που καταχρώνται την εξουσία τους δεν υπάρχουν μόνο στον χώρο του θεάτρου· υπάρχουν παντού

Ο Στάθης Κόικας σε μια συνέντευξη εφ΄όλης της ύλης.

Τον γνωρίσαμε στην σειρά «Αυτή η νύχτα μένει», που υποδυόταν τον ονειροπόλο και δοτικό Σταύρο. Στην συνέχεια τον απολαύσαμε ως Φάνη στην επιτυχημένη σειρά του Άλφα «Μην Αρχίζεις την Μουρμούρα». Φέτος, τον βλέπουμε καθημερινά στην αγαπημένη σειρά του Ant1, «Grand Hotel», στην οποία ενσαρκώνει τον Ιορδάνη, τον επιπόλαιο αλλά καλόκαρδο γιο της οικογένειας Γαζή. Ο Στάθης Κόικας είναι αναμφίβολα ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 29 Απριλίου του 1990. Το όνειρό του ήταν να γίνει σκηνοθέτης κινηματογράφου, όμως όπως χαρακτηριστικά μας είπε αργότερα του μπήκε η σκέψη να αφηγηθεί την ιστορία «όχι μέσω του κάδρου, αλλά μέσω της φωνής και του σώματος όπως κάνει ένας ηθοποιός πάνω στη σκηνή». Η μεγάλη του αδυναμία είναι η σκυλίτσα του η Saltsa, την οποία παίρνει μαζί σε κάθε απόδραση, ενώ δεν έχει κρύψει και την αγάπη του για το camping.

 

  • Έχετε δηλώσει ότι το όνειρο σας ήταν να γίνετε σκηνοθέτης κινηματογράφου. Η υποκριτική και η τηλεόραση πως προέκυψαν;

«Ναι, το όνειρό μου ήταν να γίνω σκηνοθέτης κινηματογράφου, μιας και όταν ήμουνα κοντά στην εφηβεία, είχα ερωτευτεί το σινεμά και είχα καταφέρει να πάρω και έναν προτζέκτορα στο σπίτι, οπότε έβλεπα ταινίες μανιωδώς και η ιδέα του να αφηγηθώ και εγώ μια ιστορία, δηλαδή αυτό ακριβώς που κάνει η τέχνη του κινηματογράφου, μου φάνταζε σπουδαίο και πάρα πολύ δελεαστικό. Βλέποντας πολλές-πολλές ταινίες, μέχρι τα 23 έβλεπα τρεις ταινίες την ημέρα, άρχισα μετά να ενδιαφέρομαι να δω τι είναι και το θέατρο, οπότε ξεκίνησα να πηγαίνω σε παραστάσεις. Εκεί κάπως ερωτεύτηκα και τη σκηνή και άρχισε να μπαίνει μέσα μου το μικρόβιο και αυτή η σκέψη του να αφηγηθώ την ιστορία όχι μέσω του κάδρου, αλλά μέσω της φωνής και του σώματος όπως κάνει ένας ηθοποιός πάνω στη σκηνή. Και νομίζω ότι όταν αρχίσει και σου μπαίνει αυτή η ιδέα, δύσκολα βγαίνει. Οπότε έτσι ξεκίνησαν όλα.»

 

  • Πόσο εύκολο ήταν τα πρώτα χρόνια μετά την σχολή να βιοπορίζεστε μόνο από την υποκριτική; Υπήρξε πίεση ή σκέψη να ακολουθήσετε έναν άλλον δρόμο πιο «σίγουρο»;

«Στο κομμάτι αυτό υπήρξα αρκετά τυχερός, γιατί αμέσως μόλις τελείωσα τη σχολή είχα τη χαρά να βρεθώ κατευθείαν σε μία δουλειά, στον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα του Όσκαρ Ουάιλντ συγκεκριμένα, σε σκηνοθεσία του Άρη Τρουπάκη, στο Εθνικό Θέατρο. Οπότε δεν πρόλαβα, τουλάχιστον αμέσως, να αντιμετωπίσω αυτό το κομμάτι της ανεργίας. Η δουλειά η δική μας, η τέχνη μας εμπεριέχει πολλά πράγματα. Ένα από αυτά, δυστυχώς, είναι και αυτή η ανασφάλεια. Το πότε θα μείνεις χωρίς δουλειά για τρεις μήνες, για δύο μήνες. Και αυτό γιατί μπορεί να μην έβγαινε προγραμματικά, γιατί μπορεί εκείνη την περίοδο να μην είχες κάποια πρόταση, γιατί μπορεί να έχεις ακυρώσει κάτι με το σκεπτικό να κάνεις κάτι άλλο. Δηλαδή, υπάρχουν πολλά. Είναι ένα τεράστιο σουντόκου το πώς μπορείς να διαχειριστείς το χρόνο σου και το πού θα μπορέσεις να διοχετεύσεις την ενεργεία σου στη δουλειά μας. Υπάρχει πολλή ανεργία, δυστυχώς. Αλλά δεν μπορώ να πω ότι είχα πολλές τέτοιες περιόδους, τουλάχιστον μέχρι και σήμερα. Νομίζω ότι είμαι πολύ τυχερός.»

  • Έχετε δηλώσει ότι στην αρχή της καριέρας σας φοβόσασταν να κάνετε τόσο τηλεόραση, όσο και θέατρο. Πώς ξεπεράστηκε αυτός ο φόβος;

«Δεν φοβόμουν ακριβώς να κάνω θέατρο και τηλεόραση, ήταν αυτό που ήθελα να κάνω. Απλώς βγαίνοντας από τη σχολή θυμάμαι ότι μου είχε έρθει μια πρόταση από έναν άνθρωπο τον οποίο δεν ήξερα καλλιτεχνικά και η πρόταση ήταν για έναν πρωταγωνιστικό ρόλο. Αυτό ήταν που φοβήθηκα. Δηλαδή φοβήθηκα το να αναλάβω κατευθείαν κάτι τόσο μεγάλο μην ξέροντας αν μπορώ να το κουβαλήσω, αν μπορώ να το καταφέρω. Την τηλεόραση, ναι, τη φοβόμουν γιατί και μες στη σχολή τα πράγματα που ακούς για τη τηλεόραση και για το τι κάνει είναι διάφορα και συνήθως έχουν αρνητικό πρόσημο. Οπότε, ναι, δεν ήθελα να πάω προς τα εκεί. Σιγά-σιγά περνώντας τα χρόνια και βλέποντας και άλλους συναδέλφους που εκτιμούσα τότε και εκτιμώ και τώρα πάρα πολύ να παίζουν σε σειρές και υπήρξε, αν θέλεις, και μια στροφή στη τηλεόραση. Από τη χρονιά των Αγρών Μελισσών που ξεκίνησε δυναμικά η ελληνική μυθοπλασία, σε τηλεοπτικό επίπεδο εννοώ, κάπως αποενοχοποιήθηκε και μέσα μου η τηλεόραση και το τι σημαίνει αυτό. Και είναι κάποια χρόνια, δηλαδή, που κάνουμε παρέα με τη τηλεόραση.»

 

  • Ποιος θεωρείτε ότι ήταν ο ρόλος που «σας άνοιξε πόρτες»; Δηλαδή ο ρόλος εξαιτίας του οποίου σας έμαθαν περισσότερο οι άνθρωποι του χώρου;

«Δεν ξέρω αν είναι κάποιος συγκεκριμένος ρόλος. Η πρώτη μου επαφή ήταν με τον κύριο Κοκκινόπουλο στη σειρά με αυτοτελή επεισόδια που λεγόταν «Ου φωνεύσεις». Μετά από αυτό ήταν οι “Άγριες Μέλισσες” και η συνάντησή μου με τον Λευτέρη Χαρίτο, που ήταν μια πολύ ευτυχής συνάντηση. Εκεί πήρα αρκετά πράγματα και από τον συγκεκριμένο άνθρωπο, αλλά και από τους συναδέλφους που γνώρισα εκεί. Με κάποιους παίζουμε και τώρα μαζί, με τον Γιώργο Γεροντιδάκη, τον Γιάννη Κουκουράκη, τον Λεωνίδα Κακούρη, την Ελένη Καρακάση. Θέλω να πω, συνήθως, όταν η ομάδα είναι καλή, μπορείς και εσύ να αποκομίσεις το 100% της “εμπειρίας” που θα έπαιρνες. Εκεί, λοιπόν, έκανα έναν ρόλο που ήταν και ο πρώτος μου ρόλος με συνέχεια, ας το πούμε έτσι. Ήταν ένας ρόλος ο οποίος ήταν αρκετά απαιτητικός, γιατί ήταν το εντελώς αντίθετο από μένα, και ενεργειακά και στα πολιτικά του, πιστεύω, και στις δράσεις, στις πράξεις του. Οπότε, ήταν κάτι δύσκολο να το προσεγγίσω. Νομίζω ότι από εκεί και μετά, περισσότεροι άνθρωποι στον χώρο… Δεν ξέρω αν με μάθανε από αυτό, αλλά, στην πραγματικότητα, αυτό ήταν το ξεκίνημα το δικό μου. Έτσι συστήθηκα στο κοινό, δεν ξέρω αν για τους ανθρώπους του χώρου αυτό ήταν μια σύσταση.»

 

  • Αυτήν την περίοδο πρωταγωνιστείτε στην επιτυχημένη σειρά του Ant1, “Grand Hotel”. Πώς προέκυψε αυτή η δουλειά και τι σκεφτήκατε όταν διαβάσατε τον ρόλο του Ιορδάνη;

«Ναι, είμαι στο Grand Hotel και είναι μια πολύ ωραία εμπειρία και αυτή. Αυτή η δουλειά πώς προέκυψε: με πήρε τηλέφωνο η Μιράντα Ροσταντή για ένα κάστινγκ και πήγα, γνώρισα τον Γιάννη Βασιλειάδη, τον σκηνοθέτη, έκανα ένα κάστινγκ το καλοκαίρι, συζητήσαμε με τον Γιάννη (Βασιλειάδη)και μου πρότεινε εν τέλει τον ρόλο του Ιορδάνη. Εντάξει, νομίζω ότι επειδή ο Ιορδάνης είναι ένας ακραίος χαρακτήρας, δεν έχει καμπύλες, έχει παντού γωνίες, έχει αντιδράσεις παράξενες, έχει ένα περίεργο βάθος το οποίο το κρύβει, το φανερώνει, το μετατρέπει σε άλλα πράγματα. Νομίζω ότι αυτό για έναν ηθοποιό είναι δώρο. Οπότε όταν μου περιέγραψε το πώς είχε στο μυαλό του τον Ιορδάνη ο Γιάννης Βασιλειάδης νομίζω ότι το αντιμετώπισα όλο με πάρα πολύ χαρά. Είχα πολύ όρεξη να δοκιμάσω να μπω στα παπούτσια αυτού του ανθρώπου. Είχα όρεξη να δοκιμάσω πώς περπατάει, πώς μιλάει, τι κάνει, πόσο ακραίος μπορεί να γίνει, πόσο τρυφερός μπορεί να γίνει. Ήταν ένα βιογραφικό το οποίο το έφτιαξα με πάρα πολύ όρεξη.»

  • Εντοπίζετε κάποια κοινά στοιχεία του χαρακτήρα σας με αυτόν του Ιορδάνη; Και αν ναι, ποια;

«Συνδέοντας και την προηγούμενη απάντησή μου, θα πω ότι εγώ ευτυχώς είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν έχει τόσες γωνίες όσο ο Ιορδάνης. Είμαι πολύ πιο μαλακός, ξέρω πια τι θέλω, δεν ακροβατώ τόσο πολύ στον κίνδυνο, δεν φλερτάρω τόσο πολύ με τον κίνδυνο όσο ο Ιορδάνης. Κοινά στοιχεία μπορώ να πω ότι αναγνωρίζω σε μικρότερη ηλικία, δηλαδή σε άλλες περιόδους της ζωής μου μπορώ να αναγνωρίσω ομοιότητες με τον Ιορδάνη και με αυτές τις παρορμήσεις του. Τώρα πια, και νομίζω ο καθένας μας, όχι μόνο εγώ, όσο μεγαλώνουμε καταλαβαίνουμε τι μας αρέσει. Επίσης καταλαβαίνουμε πόση επίδραση έχουν οι πράξεις μας, ακόμα και τα λόγια μας στους άλλους ανθρώπους. Πόσο μπορούμε να τους πληγώσουμε, πόσο κακό μπορούμε να κάνουμε χωρίς να είναι αυτή η πρόθεσή μας. Όσο μεγαλώνεις λοιπόν και το συνειδητοποιείς αυτό αρχίζεις και προσέχεις, αρχίζεις και ενδιαφέρεσαι. Όσο ενδιαφέρεσαι για τον εαυτό σου, ενδιαφέρεσαι και για τους άλλους. Ένα στοιχείο που λείπει από τον Ιορδάνη. Εγώ μπορώ να πω ότι στη ζωή μου από μικρός το έχω κατακτήσει αυτό και είναι μια χαρά μου. Μια περηφάνεια που έχω για τον εαυτό μου είναι αυτή. Ότι με νοιάζει, με ενδιαφέρει ο άλλος. Προσπαθώ να ζω με γνώμονα όχι εμένα, αλλά εμάς. Νομίζω ότι αυτό το πράγμα λείπει από τον Ιορδάνη. Ξεχνιέται μέσα στο δικό του κύκλο, μέσα στη δική του φούσκα και τον ενδιαφέρει πολύ περισσότερο ο εαυτός του και τα δικά του «θέλω» παρά των υπολοίπων.»

 

  • Πώς αντιμετωπίζετε την αναγνωρισιμότητα, που φαντάζομαι ότι έχει έρθει μαζί με την επιτυχία;

«Η αναγνωρισιμότητα είναι κάτι το οποίο εμένα δεν μου ήρθε απότομα. Και δεν μιλάω μόνο για τον πρώτο καιρό που είχα επαφή με τηλεόραση και με ένα ευρύ κοινό, αλλά ακόμα και ηλικιακά. Θέλω να πω ότι μπορεί σε έναν άνθρωπο να λειτουργήσει ίσως αρνητικά ή να μην ξέρει πώς να διαχειριστεί κάποια πράγματα, χωρίς να λέω ότι εγώ ξέρω, αλλά έχω ίσως μια μεγαλύτερη ηρεμία στο να τα αντιμετωπίσω και δεν με μπλοκάρουν, γιατί αυτό δεν ήρθε όταν ήμουν 22 χρονών. Ήρθε σε μια ηλικία που κάπως έχω κατασταλάξει αν αυτό είναι πολύ σημαντικό ή όχι. Οπότε νομίζω ότι δεν έπεσα σε αυτή την παγίδα της αναγνωρισμότητας ούτε την άφησα να εμπλακεί σοβαρά στη ζωή μου είτε με αρνητικό είτε με θετικό πρόσημο.»

  • Έχουμε δει και αρκετά βιντεάκια από τα παρασκήνια που φανερώνουν το ωραίο  κλίμα που επικρατεί. Υπήρξε, ωστόσο, κάποια δουλειά στην οποία να μην περάσατε καλά;

«Νομίζω πως όχι.  Σε όλες τις δουλειές που έχω υπάρξει, άλλοτε πολύ, άλλοτε λιγότερο βρίσκεις πάντα τον τρόπο να λειτουργήσεις με τους άλλους. Να βρεις ποια είναι η σύνδεσή σου, τον κώδικα επικοινωνίας, αν αυτό μέσα έχει και το χιούμορ. Για μένα η ζωή χωρίς χιούμορ δεν μπορεί να συμβεί. Οπότε αν κάπως συμφωνούν πολλοί άνθρωποι σε κάτι τέτοιο, νομίζω ότι εκεί αρχίζει και γίνεται μια καλλιτεχνική οικογένεια, μια καλλιτεχνική ομάδα, την οποία αναζητώ όχι μόνο στο θέατρο, αλλά και στις φιλικές μου σχέσεις, στην οικογένειά μου. Οπότε όταν συμβαίνει και σε μια τηλεοπτική ομάδα, είναι δώρο.»

 

  • Τα τελευταία χρόνια, με αφορμή το κίνημα “me too”, έγινε γνωστό ότι στο θέατρο υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι με εξουσία, που παρουσίαζαν κακοποιητική συμπεριφορά. Εσείς το γνωρίζατε; Σας έχει τύχει να πρέπει να συνεργαστείτε με έναν τέτοιο άνθρωπο;

«Οι άνθρωποι που καταχράζονται την εξουσία την οποία έχουν δεν βρίσκονται μόνο στον χώρο του θεάτρου, βρίσκονται παντού. Απλώς πουλάει λίγο περισσότερο να μιλάμε για ανθρώπους τους οποίους γνωρίζει ο κόσμος, γιατί έτσι μπορεί και αυτός να κατηγορήσει, να σηκώσει το δάχτυλο κλπ. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι καλό που έγινε. Είναι καλό που έγινε για να μπορούν όλοι, και αυτοί δηλαδή που δεν ένιωθαν καμία σιγουριά στο να μιλήσουν, στο να πουν stop, στο να βάλουν όρια, να μπορούν να το κάνουν. Έχω βρεθεί και εγώ σε μια τέτοια κατάσταση. Δεν εννοώ ότι γινόταν προς το πρόσωπό μου, αλλά υπήρξε μια πρόβα στην οποία ήταν πολύ δύσκολος ο άνθρωπος αυτός και οι συμπεριφορά του δεν ήταν καθόλου καλή. Άνθρωποι έφευγαν τότε από την πρόβα, αλλά και από την παράσταση. Είχαμε δύο-τρεις αποχωρήσεις, κάναμε παράπονα, κάναμε καταγγελία στη διεύθυνση του θεάτρου και με έναν τρόπο λύθηκε το ζήτημα. Αν όχι λύθηκε εντελώς, εξομαλύνθηκε πολύ η κατάσταση. Νομίζω ότι το θετικό το οποίο έχει αφήσει όλο αυτό το κίνημα του “Me too”, είναι η δυνατότητα να μπορεί ο καθένας να βάζει όρια στο πώς θα του μιλήσει κάποιος, στο πώς θα του συμπεριφερθεί, στο πώς θα τον πλησιάσει, σε πάρα πολλά πράγματα. Το θέμα είναι να μπαίνουν όρια. Όρια εντός λογικής. Θέλω να πω να μην πάμε στο ανάποδο, γιατί ούτε αυτό θα βοηθήσει, σε καμία περίπτωση.»

 

  • Έχετε δηλώσει ότι βρίσκεστε σε σχέση με την επίσης ηθοποιό, Ηλιάνα Μαυρομάτη. Το γεγονός ότι και η σύντροφος σας είναι στον ίδιο χώρο διευκολύνει την επικοινωνία σας μέσα στην σχέση;

«Ναι, νομίζω ότι επειδή η δουλειά του ηθοποιού είναι μια ιδιαίτερη δουλειά και σε σχέση με τα ωράρια, αλλά κυρίως στον τρόπο που βλέπουμε πολλές φορές ή που διαβάζουμε τα πράγματα, υπάρχουν πολλά που μπορεί να επικοινωνήσει ο ένας με τον άλλον. Ίσως δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα αν ο ένας από τους δύο άνηκε σε έναν άλλο χώρο και δεν τον ενδιέφερε πολύ ο χώρος της τέχνης, το πεδίο του θεάτρου, του κινηματογράφου, της τηλεόρασης. Οπότε ναι, μπορώ να πω ότι βοηθάει στην επικοινωνία. Βέβαια, στην επικοινωνία που έχω με τη σύντροφό μου προσπαθώ να έχουν πολύ περισσότερο βάρος άλλα πράγματα και όχι τόσο η επικοινωνία μας σε σχέση με το θέατρο και με τη δουλειά μας.»

 

  • Δεν κρύβετε και την αγάπη σας για τα ζώα, καθώς έχετε και την πανέμορφη σκυλίτσα σας Saltsa. Πώς σας άλλαξε σαν άνθρωπο η απόφαση να γίνετε κηδεμόνας της;

«Ναι, η Σάλτσα. Ένα τεράστιο κεφάλαιο στη ζωή και στην καθημερινότητά μου. Νομίζω ότι ο κάθε άνθρωπος που έχει σκύλο, κατοικίδιο γενικά, νιώθει το ίδιο. Βέβαια, εγώ νιώθω ότι η σχέση που έχω με τη Σάλτσα είναι μοναδική, όπως φαντάζομαι ότι θα νιώθει καθένας με το δικό του σκύλο. Η απόφαση… Το σκεφτόμουν πάρα πολλά χρόνια, γιατί στο πατρικό μου ο αδερφός μου, ο οποίος έμενε ακριβώς από πάνω, είχε σκύλο, και έχει ακόμα δηλαδή, και πάντα ένιωθα ότι έχω και εγώ. Οπότε όταν έφευγα κάποια στιγμή από το σπίτι άρχισε να γίνεται επιτακτική ανάγκη να αποκτήσω ένα σκύλο, να έχω τον σκύλο μου. Οπότε έφτασε αυτή η ώρα, όταν την είδα σε μια φωτογραφία από ένα καταφύγιο στην Θεσσαλονίκη. Ήτανε πέντε αδερφάκια, οπότε το πιο φουντωτό ήταν η Σάλτσα. Και πήρα το τηλέφωνο, κανόνισα λοιπόν, ήρθε από εκεί. Και από τότε μου έχει αλλάξει τη ζωή σε πάρα πολλά επίπεδα. Και ενω πάρα πολλά είναι πρακτικά, αυτά που έχουν περισσότερη σημασία είναι αυτά που δεν είναι πρακτικά. Θέλω να πω ότι με έμαθε πάρα πολλά πράγματα η Σάλτσα. Και ακόμα με μαθαίνει. Και σε επίπεδο αγάπης, σε επίπεδο υπομονής, σε επίπεδο ευθύνης, σε επίπεδο συνύπαρξης με ένα άλλο πλάσμα. Είναι πολύ σημαντική για μένα, η αλήθεια είναι.»

  • Και τέλος, επαγγελματικά ποιο είναι το όνειρο σας; Αυτό που θα πείτε «αν το κάνω έχω ολοκληρωθεί σαν ηθοποιός».

«Δυστυχώς, αν και είναι η τελευταία σου ερώτηση, δεν θα κλείσω με κάτι βαρύγδουπο, γιατί δεν ξέρω. Δεν υπάρχει κάτι, στα αλήθεια, που να σκέφτομαι ότι αν το κάνω αυτό, εντάξει, δεν θέλω να κάνω τίποτα άλλο. Δεν λειτουργώ έτσι, γιατί όταν βλέπω κάτι μπορεί αυτό να με εμπνέει για κάτι άλλο. Μπορεί να σκεφτώ, ας πούμε, το επόμενο, οπότε δεν μπορώ να πω ότι έχω κάποια βουνοκορφή, που όταν την ανέβω και βάλω το σημαιάκι μου, μετά μπορώ να είμαι ευχαριστημένος. Δεν λειτουργώ καθόλου έτσι. Και νομίζω χαίρομαι που δεν λειτουργώ έτσι. Θέλω να πω πως κάπως αυτό με τροφοδοτεί να συνεχίζω να έχω πάντα όρεξη, ενέργεια, να ανακαλύψω νέα πράγματα. Οπότε, ναι, δεν έχω καθαρή απάντηση σε αυτό. Σίγουρα θα ήθελα να κάνω πολλά και διαφορετικά πράγματα ακόμη.»

RELATED ARTICLES

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

- Advertisment -
Google search engine

Most Popular