Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης είναι ταλαντούχος, δημιουργικός και έχει άποψη. Από μικρή ηλικία έδειξε την αγάπη του για την ηθοποιία και έκανε τα πρώτα βήματά του στο χώρο όταν έγινε μέλος μιας θεατρικής ομάδας στα φοιτητικά του χρόνια. Η σκηνή κέρδισε την καρδιά του κι εκείνος την καρδιά του κοινού. Μιλήσαμε μαζί του και είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε όλα όσα αγαπάει να μοιράζεται με έναν δικό του, πολύ ιδιαίτερο τρόπο.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με το χώρο της ηθοποιίας;
Ξεκίνησα από μια φοιτητική θεατρική ομάδα και στη συνέχεια δημιουργήθηκαν οι C For Circus. Θέλαμε να ασχοληθούμε με την ομάδα λίγο πιο σοβαρά με το κομμάτι του θεάτρου και ξεκινήσαμε παραστάσεις. Ταυτόχρονα, όταν κατάλαβα πως αυτό είναι που θέλω να κάνω στη ζωή μου, πήγαινα σε οντισιόν και το ένα έφερε το άλλο. Κάποια στιγμή, στα είκοσι πέντε μου, αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στο Εθνικό Θέατρο και δεν μπόρεσα λόγω του ορίου ηλικίας. Δεν έχω αποφοιτήσει από κάποια δραματική σχολή, αλλά για μένα κάθε σκηνοθέτης είναι «σχολείο».
Η τέχνη της φωτογραφίας, την οποία υπηρετείτε, πώς προέκυψε; Ήταν μια αγάπη που υπήρχε πάντα μέσα σας ή πηγάζει από κάπου αλλού;
Η φωτογραφία ήρθε εντελώς τυχαία στη ζωή μου, δεν είχα ιδέα, δηλαδή ξαφνικά έπιασα μια φωτογραφική μηχανή, τράβηξα κάτι και λέω «ωραίο είναι αυτό». Οπότε πήρα εξοπλισμό και πράγματα κι άρχισα να ανακαλύπτω πώς μπορεί αυτό να γίνει, εντελώς αυτοδίδακτα. Άρχισα να καταλαβαίνω τι μπορώ και θέλω να φωτογραφίζω, μοιάζει σα να συμπλήρωσε η φωτογραφία κάποια κομμάτια του εαυτού μου. Ο τρόπος που φωτογραφίζω είναι μέρος του εαυτού μου, είναι ο χαρακτήρας μου. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι φωτογραφίζω τρία πράγματα: είτε μικρά παιδάκια, είτε ηλικιωμένους ανθρώπους, είτε όμορφες, με καλοσχηματισμένα σώματα γυναίκες.

Φέτος πρωταγωνιστείτε στη θεατρική παράσταση «Blue Train» στο θέατρο Άλμα. Υποδύεστε τον Μιχάλη, έναν άνθρωπο που τον τρομάζει η μοναξιά και η συνειδητοποίηση πως έχει περάσει σε ένα άλλο στάδιο ζωής. Εσείς έχετε βιώσει κάτι αντίστοιχο;
Το «Blue Train» είναι ένα έργο για την κρίση ηλικίας ενός σαρανταπεντάρη ομοφυλόφιλου άνδρα, τον οποίο δεν έχει αποδεχθεί η οικογένειά του και κάνει μια ζωή πολύ επιπόλαιη με καταχρήσεις και επιφανειακές σχέσεις. Εγώ προσωπικά είμαι πάρα πολύ κοντά στον Μιχάλη σαν άνθρωπος. Έχω το δικό μου θέμα ενηλικίωσης, σκέφτομαι αν με έχουν αποδεχθεί όντως οι γονείς μου, οπότε κάπως νιώθω ότι πάνω στη σκηνή πως απλά υπάρχω.

Υπήρχε κάποια δυσκολία στην πραγμάτωση αυτής της παράστασης από υποκριτική άποψη;
Στη συγκεκριμένη παράσταση δε συμβαίνει τίποτα ανατρεπτικό. Το πιο δύσκολο είναι πως επί μιάμιση ώρα είμαι πάνω στη σκηνή και μιλάω συνεχώς και ταυτόχρονα πρέπει να είμαι απόλυτα ειλικρινής. Επίσης, δυσκολία έχει και το γεγονός πως είμαι τέσσερις διαφορετικοί άνθρωποι με εντελώς διαφορετικά θέματα, που αυτό είναι εξαιρετικά προβληματικό, καθώς οφείλω τελικά, όσο περνούν οι σκηνές, να είμαι ένας άνθρωπος, ο ίδιος.
Στο φινάλε της παράστασης βλέπουμε τον Μιχάλη να καλεί τον πατέρα του. Αυτή η κίνηση προκύπτει από προσωπικό επίπεδο, ενδεχομένως θα καλούσατε κι εσείς τον πατέρα σας;
Ένα αγόρι έχει πάντα σαν πρότυπο τον πατέρα του και σε κάθε τέτοια σχέση υπάρχει ένα ζήτημα αποδοχής και επιβεβαίωσης από την πατρική φιγούρα. Δεν τηλεφωνώ εγώ στον πατέρα μου. Το θέατρο δεν είναι ψυχοθεραπεία, δεν το κάνεις για να θεραπευτείς από κάτι, μπορεί, ωστόσο να συμβεί ασυναίσθητα. Ο ρόλος, λοιπόν, παίρνει τηλέφωνο τον πατέρα. Εγώ με τον δικό μου πατέρα θα μιλήσουμε στο σπίτι με έναν δικό μας τρόπο.
Έχει υπάρξει στη ζωή σας κάποια στιγμή έντονης συναισθηματικής φόρτισης κατά την οποία το θέατρο και γενικότερα η τέχνη αποτέλεσε καταφύγιο για εσάς;
Ναι. Πολύ συχνά. Συμβαίνουν πράγματα στην καθημερινότητα μας και στην προσωπική μας ζωή, τα οποία με έναν μαγικό τρόπο όταν ανεβαίνεις στη σκηνή, τα ξεχνάς όλα. Ανοίγεις ένα «κουτάκι», ένα τούνελ δικό σου και μετά φεύγεις και συνεχίζεις την καθημερινότητά σου. Ανεβαίνεις στη σκηνή και παραμυθιάζεσαι και είναι ωραίο να παραμυθιάζεσαι μέσω της τέχνης για λίγο έστω.

Τι συμβουλές θα δίνατε σε έναν νέο ηθοποιό, που ξεκινάει τώρα την πορεία του στο χώρο;
Είναι μαραθώνιος αυτή η δουλειά, αυτό θα του έλεγα. Ο κόσμος δεν έχει ιδέα ποιος είσαι, πρέπει να έχουν σημασία τα όνειρά σου και όχι η προσωπική σου ανέλιξη. Πρέπει να είσαι έτοιμος να ζήσεις με 200 ευρώ το μήνα, να είσαι έτοιμος να δανειστείς χρήματα, να είσαι έτοιμος να συγκατοικήσεις με άλλους τρεις ανθρώπους, γιατί δε μπορείς να επιβιώσεις.Εκεί είναι που θα βρεις και την ισορροπία και θα καταλάβεις αν το θέλεις και πόσο. Κάποια στιγμή μόνο αυτοί που το αγαπάνε, μένουν σε αυτόν τον χώρο.
Στην ερώτηση θέατρο ή τηλεόραση, αν μπορούσατε να επιλέξετε μόνο ένα, ποιο θα ήταν αυτό;
Μπορώ να απαντήσω με σιγουριά το θέατρο. Ωστόσο, βρίσκομαι στην περίοδο που αυτή τη στιγμή αν μπορούσα να κάνω μια δουλειά και είχα να επιλέξω ανάμεσα σε μια υπέροχη παράσταση στο θέατρο και μια υπέροχη δουλειά στην τηλεόραση, θα έκανα τηλεόραση. Θέατρο κάνω πολλά χρόνια, κάνω δεκαπέντε χρόνια, έχω παίξει σε πολλές παραστάσεις και νιώθω ότι ξέρω τους κανόνες και τους κώδικες πολύ καλά. Στην τηλεόραση είμαι οκτώ χρόνια και νιώθω πως υπάρχουν πράγματα που δεν έχω ανακαλύψει. Θέλω να αλλάξω τον τρόπο που υπάρχουν οι σειρές στην ελληνική τηλεόραση, γιατί ξέρω ότι μπορώ να σκηνοθετήσω πολύ καλά στην κάμερα. Στην τηλεόραση δεν έχεις το χρόνο να μαλακώσεις, να είσαι ειλικρινής.

Ποιο είναι το κληροδότημα που θέλετε να αφήσετε πίσω μέσα από το έργο σας; Υπάρχει κάτι με το οποίο θέλετε οι άνθρωποι να σας θυμούνται;
Κανένα απολύτως (κληροδότημα). Δεν ξέρω αν είναι πρόβλημα αυτό, αλλά δεν έχω προσδοκίες. Ζω πραγματικά- ελπίζω- στο τώρα. Από μικρός είχα την ανάγκη να είμαι αυτός που κάνει καλές πράξεις. Το βασικό μου όνειρο είναι πως κάποια στιγμή θα σώσω έναν άνθρωπο από κάτι, θα γίνω δηλαδή ο Σούπερμαν να σώσω κόσμο. Στη δουλειά μου προσπαθώ έχω την ίδια λογική, ότι κάνω κάτι καλό, προσπαθώ να γίνω αποδεκτός ως μια θετική ύπαρξη.



